- Βαλαροί
- Αρχαία πόλη της Σαρδηνίας, που χτίστηκε από Αφρικανούς και Ισπανούς μισθοφόρους των Καρχηδονίων, που επαναστάτησαν γιατί διαφώνησαν μαζί τους στη διανομή των λάφυρων. Η λέξη Β. σημαίνει φυγάδες.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
βαλαροί — βαλαρός masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)